Χάπι. Πρέπει να το καταπιείτε;

Πολλοί από εμάς παίρνουμε τουλάχιστον ένα χάπι την ημέρα. Μήπως όμως όλα αυτά τα φάρμακα είναι… φαρμάκια για τον οργανισμό μας;Ζούμε αδιαμφισβήτητα σε μια εποχή στην οποία… βρέχει φάρμακα: ακόμη και υγιή άτομα μπορεί να λαμβάνουν προληπτικώς μια χούφτα χάπια την ημέρα. Την ίδια στιγμή διαφορετικές μελέτες δείχνουν ότι θεραπείες που χορηγούνται σε εκατομμύρια ασθενείς παγκοσμίως μπορεί κάποιες φορές να συνδέονται με περισσότερους κινδύνους παρά οφέλη – τουλάχιστον για κάποιες ομάδες εξ αυτών. Θα έπρεπε τελικώς να καταπίνουμε με ευκολία τόσα φάρμακα – από τις στατίνες ενάντια στην υψηλή χοληστερόλη, ως την τεστοστερόνη, το αντισυλληπτικό χάπι, την ασπιρίνη και τα αντικαταθλιπτικά; Ή μήπως κάποιες φορές τα φάρμακα γίνονται φαρμάκια για τον οργανισμό μας; Στις επόμενες σελίδες περνούμε από «ακτινογραφία» κοινές θεραπείες με βάση όλα τα τελευταία επιστημονικά στοιχεία προκειμένου να δούμε αν τελικώς πραγματοποιούν όσα υπόσχονται (και αν ναι με ποιο γενικότερο κόστος για τον οργανισμό). Διαβάστε αυτό το κείμενο που μας αφορά όλους και σκεφτείτε καλά πριν από την επόμενη φορά που θα γεμίσετε ένα ποτήρι νερό προκειμένου να πάρετε ένα χάπι… στην υγειά σας. Διότι, ως φαίνεται, κάποιες φορές, όταν βρέχει φάρμακα, μάλλον θα πρέπει να κρατάμε ομπρέλα!

Πότε ήταν η τελευταία φορά που πήρατε ένα χάπι; Το πιθανότερο είναι κάτι τέτοιο να συνέβη πρόσφατα, ασχέτως του πόσο υγιείς είστε. Ενας ολοένα αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων λαμβάνει φάρμακα στην καθημερινότητά του, όχι μόνο εξαιτίας νόσων αλλά και στο πλαίσιο της πρόληψης. Πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι το 43% των ανδρών και το 50% των γυναικών στην Αγγλία είχαν λάβει ένα συνταγογραφούμενο φάρμακο μέσα στην προηγούμενη εβδομάδα, ενώ οι μισοί εξ αυτών είχαν λάβει τρία φάρμακα.


«Αυτό που βλέπουμε είναι μια μαζική αύξηση στην εξάρτηση από τα φάρμακα τα οποία θεωρούνται ως πανάκεια ενάντια σε όλα τα δεινά»
αναφέρει η Κλερ Τζεράντα, πρώην πρόεδρος του Βασιλικού Κολεγίου Γενικών Γιατρών. «Υπάρχει μεγάλη αύξηση στον προληπτικό έλεγχο για νόσους προτού καν αυτές εμφανιστούν και έχουμε ξεκινήσει να δίνουμε θεραπείες σε ανθρώπους… “σε περίπτωση που”».

Με το προσδόκιμο ζωής να αυξάνεται συνεχώς, πολλοί εξ ημών βλέπουμε την πρόληψη ως μια λογική οδό ώστε να ζήσουμε περισσότερα χρόνια απαλλαγμένα από ασθένειες. Και υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτή η στρατηγική μπορεί να είναι αποτελεσματική τόσο για εμάς όσο και για τις υπηρεσίες υγείας. «Υπάρχει πολύ ισχυρό επιχείρημα σχετικά με το ότι ο προληπτικός έλεγχος μας επιτρέπει να παρέμβουμε ώστε να μειώσουμε τους κινδύνους και τις συνέπειες ανάπτυξης μιας νόσου» σημειώνει ο Νικ Φάινερ, ο οποίος ειδικεύεται στην ιατρική της παχυσαρκίας στο Νοσοκομείο του University College στο Λονδίνο.

Υπάρχουν όμως και λόγοι για να είναι κάποιος επιφυλακτικός βλέποντας πόσο «φαρμακοποιημένη» έχει γίνει η κοινωνία μας. «Τα προληπτικά φάρμακα μπορούν να έχουν τεράστιο όφελος στα άτομα υψηλού κινδύνου για νόσους, ωστόσο μάλλον το έχουμε παρατραβήξει» λέει η δρ Τζεράντα. Ως γιατρός, τονίζει ότι δεν είναι ασυνήθιστο να βλέπει πλέον ανθρώπους να λαμβάνουν 15 διαφορετικά φάρμακα.

Οι γιατροί αλλά και οι κυβερνώντες που λαμβάνουν αποφάσεις μπορούν να επικεντρωθούν τόσο στα οφέλη ενός φαρμάκου ώστε να παραβλέπουν την ευρύτερη επίδραση στους ασθενείς, αναφέρει ο Κλιμ Μακ Φέρσον, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.«Είναι ένα καλόηθες όπλο πατερναλισμού. Δεν σκέφτονται πώς είναι να λαμβάνει κάποιος ένα φάρμακο κάθε μέρα για το υπόλοιπο της ζωής του».

Για κάποιους ανθρώπους μπορεί να είναι ανακουφιστικό να λαμβάνουν προληπτική δράση. Ωστόσο, μερικές φορές, ίσως αυτό είναι ψευδαίσθηση, όπως δείχνουν τα παραδείγματα στα κείμενα που ακολουθούν. Επιπλέον, μια τέτοια προσέγγιση μας εκτρέπει την προσοχή από τα ευρύτερα κοινωνικά αίτια νόσων, όπως το αλκοόλ, η παχυσαρκία αλλά και η μοναξιά – τίποτε από όλα αυτά δεν μπορεί να θεραπευθεί με ένα χάπι, σύμφωνα με τη δρα Τζεράντα.

Συγχρόνως η λήψη πολλών φαρμάκων τη φορά είναι πιθανό να αποδειχθεί επικίνδυνη.«Μπορεί να γνωρίζουμε τι θα συμβεί αν κάποιος πάρει μια στατίνη, αλλά δεν γνωρίζουμε τι θα συμβεί αν κάποιος παίρνει στατίνη και χάπι βιταμίνης D, ασπιρίνη και αναστολέα αντλίας πρωτονίων» σημειώνει η δρ Τζεράντα. Βρετανική μελέτη έδειξε ότι το 6,5% των εισαγωγών στο νοσοκομείο οφειλόταν σε παρενέργειες φαρμάκων.

Κεντρικό ρόλο στη διαμάχη παίζει το πώς επαληθεύονται τα στοιχεία σχετικά με την προληπτική λήψη φαρμάκων. Για παράδειγμα, πολλά φάρμακα συνταγογραφούνται ως προληπτικές θεραπείες σε ό,τι αφορά παθήσεις για την αντιμετώπιση των οποίων δεν είχαν καν αναπτυχθεί. «Αναπτύσσουμε ένα φάρμακο που έχει επίδραση στο πρόβλημα κάποιων ανθρώπων, το δοκιμάζουμε ώστε να δούμε τη δράση του και καταλήγουμε να το χρησιμοποιούμε όχι για θεραπευτικούς σκοπούς αλλά για προφύλαξη, στην οποία τα οφέλη είναι πολύ μικρότερα και οι πιθανοί κίνδυνοι πολύ μεγαλύτεροι» υπογραμμίζει ο δρ Μακ Φέρσον.

Η πρόληψη νόσων μπορεί να γλιτώσει τα συστήματα υγείας από χρήματα μακροπρόθεσμα, ωστόσο το να κατευθύνονται οι περιορισμένες πηγές χρηματοδότησης στη θεραπεία… υγιών ατόμων έχει κόστος για εκείνους που είναι πράγματι άρρωστοι εκείνη τη στιγμή, απασχολώντας συγχρόνως τους γιατρούς με ασθενείς που δεν είναι καν ασθενείς. Επιπλέον, γιατροί και ασθενείς μπορεί να εξαπατηθούν από στοιχεία που συχνά είναι αντικρουόμενα.

Η κατανόηση των κινδύνων και των στατιστικών που περιβάλλουν την υγεία μπορεί να αποτελέσει γρίφο ακόμη και για τον πιο εγγράμματο στα… μαθηματικά. Καθώς όμως η κοινωνία μας γίνεται όλο και πιο «φαρμακοεξαρτώμενη», χρειάζεται να οπλιστούμε με τις πληροφορίες εκείνες που θα μας βοηθήσουν να αποφασίσουμε αν θα έπρεπε τελικώς να καταπίνουμε όλα αυτά τα χάπια. «Μένω έκπληκτη με το πόσο λίγοι άνθρωποι παραπονιούνται πλέον για τον αριθμό των φαρμάκων που λαμβάνουν. Ακόμη και πριν από μια δεκαετία ασθενείς έρχονταν στο ιατρείο και ρωτούσαν αν πράγματι χρειάζονται όλα αυτά τα φάρμακα» λέει η δόκτωρ Τζεράντα.

Αρα λοιπόν θα έπρεπε να ακολουθούμε φαρμακευτική θεραπεία με στόχο την προαγωγή καλύτερης υγείας ή να λαμβάνουμε θεραπείες μόνο όταν τις χρειαζόμαστε; Αποφασίσαμε να περάσουμε από κόσκινο τα στοιχεία που αφορούν πέντε από τα πιο κοινά – και αμφιλεγόμενα – φάρμακα τα οποία λαμβάνουν εκατομμύρια άνθρωποι σε καθημερινή βάση.

Στατίνες

Οι στατίνες, δημοφιλή φάρμακα ενάντια στην υψηλή χοληστερόλη η οποία προκαλεί συσσώρευση αθηρωματικής πλάκας στα αιμοφόρα αγγεία, έχουν μπει στο στόχαστρο επιστημόνων που αναφέρουν ότι υπερσυνταγογραφούνται

Είναι από τα πιο ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα παγκοσμίως. Οι στατίνες θεωρείται ότι μειώνουν τον κίνδυνο καρδιακών και εγκεφαλικών επεισοδίων κατεβάζοντας τα επίπεδα της χοληστερόλης του αίματος και αυτή τη στιγμή λαμβάνονται από έναν στους τέσσερις Αμερικανούς άνω των 45 ετών. Ωστόσο, αν και αρχικώς θεωρήθηκαν ως θαυματουργά φάρμακα, τα τελευταία χρόνια έχουν βρεθεί επανειλημμένως στους τίτλους των ειδήσεων σχετικά με ανησυχίες σε ό,τι αφορά την ασφάλειά τους και τη χρήση τους σε υγιή άτομα.

Οι οδηγίες ανέφεραν ότι οι στατίνες πρέπει να συνταγογραφούνται σε οποιονδήποτε έχει υποστεί έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Ωστόσο, όλο και περισσότερα άτομα χωρίς ιστορικό καρδιοπάθειας λαμβάνουν επίσης τα συγκεκριμένα φάρμακα. Στη Βρετανία όποιος εθεωρείτο ότι αντιμετώπιζε 20% κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου μέσα στην επόμενη δεκαετία ήταν υποψήφιος για ημερήσια δόση στατινών – όλα αυτά όμως ως πέρυσι. Διότι τότε, έπειτα από ανάλυση 27 κλινικών δοκιμών, το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Κλινικής Αριστείας (NICE) της Βρετανίας κατέβασε αυτό το κατώφλι στο 10%. Ο κίνδυνος αυτός υπολογίζεται με βάση παράγοντες όπως το κάπνισμα, η ηλικία, η φυλή, ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ, ένας δείκτης σχετικά με το αν το άτομο είναι φυσιολογικού βάρους, λιποβαρές ή υπέρβαρο), καθώς και η αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα χοληστερόλης.

Το ποσοστό αυτό μεταφράζεται σε 5 εκατομμύρια άτομα επιπλέον από τα 7 εκατομμύρια που ήδη λαμβάνουν στατίνες μόνο στην Αγγλία και στην Ουαλία. Στις ΗΠΑ το κατώφλι είναι ακόμη χαμηλότερο: τα συγκεκριμένα φάρμακα συστήνονται στους ανθρώπους εκείνους που αντιμετωπίζουν κίνδυνο της τάξεως του 7% για καρδιακό επεισόδιο, με βάση νέες οδηγίες που εξεδόθησαν το 2013.

Το NICE εκτιμά ότι η στρατηγική του μπορεί να προλάβει 28.000 καρδιακά επεισόδια και 16.000 εγκεφαλικά κάθε χρόνο. Σημειώνει επίσης ότι οι στατίνες αποτελούν φθηνότερη θεραπεία από εκείνη που πρέπει να λαμβάνεται μετά από ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο.

Ωστόσο η αυξημένη χρήση των στατινών έχει συναντήσει ισχυρή αντίσταση από γιατρούς και ασθενείς οι οποίοι εμφανίζονται καχύποπτοι απέναντι στη λήψη θεραπείας από ανθρώπους που δεν εμφανίζουν πρόβλημα υγείας. Οπως υποστηρίζουν οι αντιδρώντες, για κάθε καρδιακό επεισόδιο που προλαμβάνεται, περισσότερα άτομα θα λάβουν το φάρμακο χωρίς να έχουν όφελος. «Για τα άτομα χαμηλού κινδύνου τα οποία αντιμετωπίζουν κίνδυνο της τάξεως του 10% για καρδιακό επεισόδιο, η λήψη στατινών θα μειώσει αυτόν τον κίνδυνο στο περίπου 8%. Μια διαφορά του κινδύνου της τάξεως του 2%-3% δεν είναι πολύ μεγάλη» αναφέρει ο Κλιμ Μακ Φέρσον από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Αν ένα άτομο πρέπει να λαμβάνει κάποιο φάρμακο κάθε μέρα, οφείλει πρωτίστως να αναρωτηθεί αν αξίζει το ρίσκο».

Για πολλούς αυτό το ρίσκο είναι η πιθανότητα παρενεργειών. Μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «British Medical Journal» (ΒΜJ) αμφισβήτησε τα στοιχεία στα οποία βασίζονταν οι συστάσεις του NICE, προειδοποιώντας ότι ορισμένες δοκιμές που περιλαμβάνονταν στην ανάλυση χρηματοδοτήθηκαν από παρασκευαστές στατινών και ότι τα στοιχεία που αφορούσαν τις παρενέργειες έλειπαν.

Ασθενείς που λαμβάνουν στατίνες αναφέρουν μυϊκούς πόνους, αν και κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχθεί από μεγάλες διπλές τυφλές δοκιμές. Το άρθρο στο «BMJ» ανέφερε ότι ένα στα πέντε άτομα που λαμβάνει στατίνες εμφανίζει κάποιου είδους παρενέργεια, αν και αυτός ο ισχυρισμός αποσύρθηκε μετά την παρέμβαση του Ρόρι Κόλινς από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ενός κορυφαίου ερευνητή στο θέμα των στατινών, ο οποίος αμφισβήτησε την εγκυρότητα των στατιστικών στοιχείων.

Ωστόσο οι αδημοσίευτες αναφορές συνεχίζουν να έρχονται στο φως. «Ορισμένοι γιατροί αναφέρουν ότι βλέπουν συνεχώς ασθενείς με το ίδιο μυϊκό πρόβλημα και εκτιμούν ότι για αυτό ευθύνονται οι στατίνες» λέει ο Ντέιβιντ Πράις από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης.«Δεν προκύπτει το ίδιο από τις κλινικές δοκιμές, ωστόσο χρειαζόμαστε πιο πειστικές απαντήσεις».

Φαίνεται επίσης να υπάρχει σύνδεση των στατινών με τον διαβήτη. Ο Πράις έχει μελετήσει τη σχέση μεταξύ των φαρμάκων αυτών και του διαβήτη τύπου 2. Αναφέρει ότι η λήψη μιας μέσης δόσης στατίνης αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη κατά 10%, και ο κίνδυνος αυτός ανεβαίνει όσο ανεβαίνει η δόση του φαρμάκου. «Πρόκειται για μέτρια αύξηση του κινδύνου – πιθανώς μιλούμε για άτομα που βρίσκονται ήδη καθ’ οδόν προς την εμφάνιση διαβήτη και η στατίνη τα σπρώχνει πάνω από αυτό το κατώφλι».

Υπό το φως των ανησυχιών, ο δρ Κόλινς διεξάγει αυτή τη στιγμή μια μεγάλη ανασκόπηση των δεδομένων σχετικά με τις παρενέργειες των στατινών, η οποία ελπίζει ότι θα καθησυχάσει το κοινό. Αυτό είναι σημαντικό, όπως λέει, επειδή οι φόβοι σχετικά με τις στατίνες αποθαρρύνουν πολλά άτομα από το να τις λάβουν, εις βάρος της υγείας τους.

Τα αποτελέσματα αναμένονται αργότερα εφέτος. Στο μεταξύ, κατά τον Πράις αν έχετε υποστεί έμφραγμα ή εγκεφαλικό πρέπει, ει δυνατόν, να λαμβάνετε στατίνη. «Ακόμη όμως και αν δεν έχετε υποστεί τέτοιο επεισόδιο, αλλά έχει αποδειχθεί ότι διατρέχετε μέτριο ή σημαντικό κίνδυνο καρδιακού επεισοδίου, τα οφέλη των στατινών υπερτερούν των όποιων κινδύνων» υποστηρίζει ο ειδικός.

Σε κάθε περίπτωση, κανένας δεν πρέπει να εναποθέτει όλες τις ελπίδες του σε ένα χάπι. Η λήψη στατινών πρέπει να συνδυάζεται με αλλαγές του τρόπου ζωής όπως η άσκηση και η διακοπή του καπνίσματος.

Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης

Οι θεραπείες ορμονικής υποκατάστασης μειώνουν σημαντικά την εμφάνιση συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης όπως οι εξάψεις, έχουν όμως συνδεθεί μέσα από μεγάλες μελέτες και με σοβαρά προβλήματα υγείας

Ελάχιστες θεραπείες έχουν αποτελέσει αντικείμενο τόσο πολλής συζήτησης αλλά και τόσο αντικρουόμενων ευρημάτων που προκαλούν σύγχυση όσο η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (Hormone Replacement Therapy, HRT), η οποία κατέστη άκρως δημοφιλής στον δυτικό κόσμο τις δεκαετίες του 1980 και του 1990.

Τότε οι θιασώτες της HRT υποστήριζαν πως η συγκεκριμένη θεραπεία, εκτός από το να ανακουφίζει από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης όπως οι εξάψεις και οι νυχτερινές εφιδρώσεις, έχει οφέλη στην καρδιά, στα οστά αλλά και στην αύξηση της λίμπιντο.

Ολα αυτά άλλαξαν όταν το 2002 η μελέτη Women’s Health Initiative, μια από τις μεγαλύτερες μελέτες που έχουν διεξαχθεί ποτέ σχετικά με την ασφάλεια της HRT, έδειξε ότι η θεραπεία δεν προστατεύει τις γυναίκες αλλά, αντιθέτως, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιοπάθειας και καρκίνου του μαστού. Επειτα από αυτά τα αποτελέσματα η λήψη HRT μειώθηκε δραματικά. Σήμερα περί τα 6 εκατομμύρια γυναίκες λαμβάνουν τη θεραπεία σε Βρετανία και ΗΠΑ.

Τους τελευταίους μήνες η HRT βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Μια ανασκόπηση μελετών που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Μάρτιο επιβεβαίωσε ότι η θεραπεία δεν έχει προστατευτική επίδραση στην καρδιά, ενώ την ίδια στιγμή αυξάνει τον κίνδυνο εγκεφαλικού στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Η ανασκόπηση έδειξε επίσης ότι η HRT αυξάνει ελαφρώς τον κίνδυνο καρκίνου των ωοθηκών, ακόμη και αν λαμβάνεται επί μόνο λίγα χρόνια (αυτή είναι πλέον και η πιο κοινή θεραπευτική προσέγγιση). Για κάθε 1.000 γυναίκες που λαμβάνουν επί πέντε έτη ΗRT από τα περίπου 50 έτη τους, θα εμφανιστεί μία επιπλέον περίπτωση καρκίνου των ωοθηκών, σύμφωνα με τα στοιχεία.


«Η ορμονοθεραπεία είναι σημαντική και πολύ αποτελεσματική σε ό,τι αφορά τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης για πολλές γυναίκες»
λέει ο Φιλ Χάναφορντ από το Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία. «Ωστόσο οι συστάσεις αναφέρουν να χρησιμοποιείται η μικρότερη δυνατή δόση για το μικρότερο δυνατό διάστημα» – συνήθως όχι για διάστημα μεγαλύτερο των δύο μέχρι τεσσάρων ετών.

Ο Ροντ Μπάμπερ, μαιευτήρας-γυναικολόγος στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Εμμηνόπαυσης, αναφέρει ότι οι γυναίκες που έχουν περάσει καρκίνο του μαστού δεν πρέπει να λαμβάνουν HRT ενώ όσες εμφανίζουν καρδιοπάθεια πρέπει να λαμβάνουν τη θεραπεία «με πάρα πολλή προσοχή».

Η έναρξη λήψης της θεραπείας στον σωστό χρόνο είναι επίσης πολύ σημαντική – όσο νωρίτερα ξεκινά μια γυναίκα να λαμβάνει ορμονοθεραπεία τόσο πιο ασφαλής και ευεργετική είναι για αυτήν η θεραπεία, λέει ο Μπάμπερ. «Οι γυναίκες δεν πρέπει να ξεκινούν την HRT μετά την ηλικία των 60 ετών χωρίς να συμβουλευθούν τον γιατρό τους – αυτό είναι όμως πολύ διαφορετικό από μια γυναίκα που ξεκίνησε νωρίς τη λήψη της θεραπείας και ανακαλύπτει ότι χρειάζεται να τη συνεχίσει και μετά τα 60, κάτι που είναι αρκετά ασφαλές»καταλήγει ο ειδικός.

Τεστοστερόνη

Οι θεραπείες με τεστοστερόνη υπόσχονται λύση ενάντια σε πολλά από τα δεινά της μέσης ηλικίας στους άνδρες, χαρίζοντάς τους μεταξύ άλλων γερό μυϊκό σύστημα. Είναι όμως έτσι;

Αν πιστεύαμε μόνο τις διαφημίσεις, τότε τα συμπληρώματα τεστοστερόνης αποτελούν «πανάκεια» για τους άνδρες που αντιμετωπίζουν τις… παρενέργειες της μέσης ηλικίας. Η συγκεκριμένη ορμόνη αναφέρεται ότι βελτιώνει τη μυϊκή δύναμη, την ενέργεια αλλά και τη σεξουαλική όρεξη και απόδοση. Ωστόσο, όχι μόνο υπάρχουν λίγα πειστικά στοιχεία σχετικά με όλες αυτές τις θαυμαστές δράσεις της τεστοστερόνης, αλλά επιπλέον μελέτες έχουν δείξει σύνδεση της ορμόνης με καρδιοπάθειες.

Παραδοσιακά, η τεστοστερόνη χορηγούνταν σε άνδρες με αφύσικα χαμηλά επίπεδα της ορμόνης εξαιτίας κάποιας συγγενούς διαταραχής ή βλάβης στους όρχεις λόγω χημειοθεραπείας. Σήμερα ωστόσο αρκετοί μεσήλικοι άνδρες λαμβάνουν με συνταγή γιατρού «θεραπεία υποκατάστασης τεστοστερόνης» (Testosterone Replacement Therapy, TRT) ώστε να «αντισταθμίσουν» τη φυσική φθορά του οργανισμού τους η οποία επέρχεται με την ηλικία.

Μόνο στις ΗΠΑ, ο αριθμός των ανδρών που λαμβάνουν τεστοστερόνη αυξήθηκε από 1,3 εκατομμύρια σε 2,3 εκατομμύρια μέσα στην πενταετία 2009-2013. Και στη Βρετανία παρατηρείται παρόμοια τάση, παρότι τα νούμερα είναι πολύ μικρότερα.

Ωστόσο τον περασμένο Μάρτιο η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) προειδοποίησε ότι τεστοστερόνη πρέπει να λαμβάνουν μόνο οι άνδρες με χαμηλά επίπεδα της ορμόνης εξαιτίας ιατρικού προβλήματος – τα χαμηλά αυτά επίπεδα πρέπει να έχουν επιβεβαιωθεί από εργαστηριακές εξετάσεις – και όχι για την αντιμετώπιση γενικώς της γήρανσης του οργανισμού. Και η αντίστοιχη Ευρωπαϊκή Αρχή για τα Φάρμακα (ΕΜΑ) εξέδωσε παρόμοια ανακοίνωση.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες υγείας ζήτησαν επίσης από τους παρασκευαστές αλλά και από τους γιατρούς που συνταγογραφούν προϊόντα τεστοστερόνης να προειδοποιούν τους χρήστες σχετικά με τον πιθανό κίνδυνο καρδιακού και εγκεφαλικού επεισοδίου καθώς μελέτες έδειξαν τέτοια πιθανή σύνδεση. Μια κλινική δοκιμή μάλιστα διεκόπη πρόωρα εξαιτίας υπερβολικού αριθμού καρδιαγγειακών επεισοδίων μεταξύ των συμμετεχόντων. Και είναι ανησυχητικά τα αποτελέσματα ανάλυσης τα οποία δημοσιεύθηκαν το 2013 και έδειξαν ότι το επίπεδο καρδιαγγειακού κινδύνου που αναφερόταν σε μελέτες διέφερε ανάλογα με το αν η μελέτη είχε χρηματοδοτηθεί από τη φαρμακοβιομηχανία ή όχι.

Ενας πιθανός μηχανισμός σχετικά με την επίδραση της τεστοστερόνης στην καρδιά πιθανώς αφορά αύξηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων, γεγονός το οποίο ενισχύει την πηκτικότητα του αίματος και μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες θρομβώσεις. Ενας άλλος φόβος αφορά τον καρκίνο του προστάτη ο οποίος «τρέφεται» με τεστοστερόνη. Φάρμακα που μπλοκάρουν την ορμόνη χρησιμοποιούνται κάποιες φορές προκειμένου να μπει «φρένο» στην εξάπλωση του καρκίνου. Μια μετα-ανάλυση μελετών που δημοσιεύθηκε το 2014 δεν έδειξε τέτοια βραχυπρόθεσμη σύνδεση με την TRT, ωστόσο οι συγγραφείς της τόνισαν την ανάγκη για πιο μακροπρόθεσμα δεδομένα. «Υπάρχει έλλειψη στοιχείων σε ό,τι αφορά τη χρήση της τεστοστερόνης εκτός της κύριας κλινικής εφαρμογής της, και όμως ορισμένοι γιατροί, και κυρίως ιδιώτες, στις ΗΠΑ έχουν μετατρέψει ήδη τη συνταγογράφηση της τεστοστερόνης σχεδόν σε “μόδα”» αναφέρει ο Ρίτσαρντ Κίντον, ενδοκρινολόγος στο Πανεπιστήμιο του Νιούκασλ στη Βρετανία.

Μέρος του προβλήματος, τουλάχιστον στις ΗΠΑ, είναι ότι οι άνδρες δεν εξετάζονται σωστά προτού αρχίσουν θεραπεία με τεστοστερόνη, όπως λέει ο Σάντερ Γκρίνλαντ, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες, ο οποίος πρόσφατα ανακάλυψε ότι ορισμένες κλινικές δεν χρησιμοποιούσαν καν τεστ αίματος για τη μέτρηση των επιπέδων της τεστοστερόνης αλλά προχωρούσαν σε διάγνωση στους άνδρες με βάση ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τα συμπτώματά τους. Αλλες κλινικές διενεργούσαν μία μόνο εξέταση αίματος, κάτι το οποίο είναι αναξιόπιστο, καθώς τα επίπεδα της ορμόνης εμφανίζουν διακυμάνσεις μέσα στην ημέρα.

Τα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης μπορεί να είναι το αποτέλεσμα προβλημάτων υγείας όπως η παχυσαρκία και ο διαβήτης, και ορισμένοι ερευνητές εξετάζουν αν η TRT θα μπορούσε να βοηθήσει. Ωστόσο σε αυτές τις περιπτώσεις, υπογραμμίζει ο Κίντον, συχνά είναι πιο σωστό να θεραπεύεται το αρχικό πρόβλημα – για παράδειγμα, μέσω της μείωσης του βάρους. Ο ειδικός αμφισβητεί ακόμη και το αν τα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης λόγω ηλικίας αποτελούν μια πραγματική κατάσταση. «Οι αδύνατοι, υγιείς μεγαλύτεροι σε ηλικία άνδρες εμφανίζουν παρόμοια επίπεδα τεστοστερόνης με τους υγιείς νέους άνδρες»σημειώνει και προσθέτει: «Ετσι πιθανώς το 90% της πτώσης των επιπέδων τεστοστερόνης που παρουσιάζεται με την ηλικία συνδέεται απλώς με τη συσσώρευση χρόνιων νόσων».

Κατά τον Γκρίνλαντ, πρόκειται για μια προσωπική επιλογή. Ωστόσο «αν ήμουν κάποιος που αντιμετώπιζα και τον παραμικρό καρδιαγγειακό κίνδυνο, δεν θα κατέφευγα σε θεραπεία υποκατάστασης με τεστοστερόνη. Το βασικότερο είναι ακόμη και αν θέλετε να λάβετε τεστοστερόνη να εξεταστείτε μέσω τεστ αίματος – και όχι μόνο μία φορά – προτού ξεκινήσετε τη λήψη της ορμόνης».

Αντισυλληπτικό χάπι

Το αντισυλληπτικό χάπι έφερε επανά­στα­ση στον τρόπο που οι γυναίκες ελέγχουν τη γονιμότητά τους. Ωστόσο κάποιοι υποστηρίζουν ότι μπορεί για κάποιες γυναίκες να «εγκυμονεί» κινδύνους

Είναι μια από τις πιο αποτελεσματικές μορφές αντισύλληψης και έχει φέρει επανάσταση στον τρόπο με τον οποίον οι γυναίκες έχουν τον έλεγχο του αναπαραγωγικού τους συστήματος. Μία στις τέσσερις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας στη Βρετανία και στις ΗΠΑ λαμβάνει αντισυλληπτικό χάπι, συχνά για λόγους άσχετους με την αντισύλληψη.

Το χάπι έχει όμως και μειονεκτήματα. Πέρυσι ανασκόπηση της Ευρωπαϊκής Αρχής για τα Φάρμακα (ΕΜΑ) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ορισμένα από τα πιο ευπώλητα συνδυασμένα αντισυλληπτικά χάπια αυξάνουν τον κίνδυνο θρόμβωσης των εν τω βάθει φλεβών περισσότερο από ό,τι πιστευόταν.

Το φύλλο οδηγιών αυτών των χαπιών τρίτης γενιάς – ονομάζονται έτσι διότι περιέχουν νέους τύπους προγεσταγόνων – έχει έκτοτε ενημερωθεί, και στους γιατρούς υπενθυμίζεται ότι πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους παράγοντες κινδύνου της κάθε ασθενούς προτού προχωρήσουν σε συνταγογράφηση. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται το να είναι η γυναίκα υπέρβαρη, το να καπνίζει και το να έχει υψηλή αρτηριακή πίεση. Ο κίνδυνος θρομβώσεων πάντως παραμένει μικρός και έτσι θεωρείται πως τα οφέλη της λήψης του αντισυλληπτικού υπερτερούν των όποιων κινδύνων σε ό,τι αφορά την πρόληψη των ανεπιθύμητων κυήσεων.

Τον περασμένο Μάρτιο στοιχεία ανέφεραν ότι το χάπι μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για νόσο του Crohn, μια φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, σε γυναίκες με γονιδιακή προδιάθεση. Συγχρόνως υπάρχουν ενδείξεις σχετικά με το ότι οι γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.

Εχουν κάνει επίσης την εμφάνισή τους στοιχεία που μαρτυρούν ότι το αντισυλληπτικό μπορεί να επιδράσει και στη συμπεριφορά – για παράδειγμα αλλάζοντας το τι βρίσκουν οι γυναίκες ελκυστικό σε έναν άνδρα. Και ίσως είναι… τραγική ειρωνεία το ότι υπάρχουν ενδείξεις σχετικά με το ότι το χάπι μπορεί να μειώσει τη λίμπιντο.

Μπορεί επίσης να επιδράσει στον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου. Τον περασμένο Απρίλιο μελέτη που βασίστηκε σε απεικονίσεις του εγκεφάλου έδειξε ότι δύο περιοχές που εμπλέκονται στη ρύθμιση των συναισθημάτων, στη λήψη αποφάσεων και στην απόκριση στην ανταμοιβή ήταν πιο λεπτές σε γυναίκες που λάμβαναν αντισυλληπτικά, παρότι από την έρευνα δεν προέκυψε αν αυτό συνδεόταν όντως με αλλαγή στη συμπεριφορά.

Μεταξύ άλλων, σύγχυση προκαλεί το γεγονός ότι το αντισυλληπτικό χάπι πρόσφατα βρέθηκε στο επίκεντρο της δημοσιότητας για τα οφέλη του στην υγεία. Δεδομένα που αφορούσαν 46.000 γυναίκες οι οποίες παρακολουθήθηκαν ως και επί 39 έτη έδειξαν ότι όσες λάμβαναν αντισυλληπτικό αντιμετώπιζαν μικρότερο κίνδυνο θανάτου. Ο κύριος συγγραφέας της μελέτης Φιλ Χάναφορντ από το Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν θεωρεί ότι αυτό συμβαίνει επειδή το χάπι προστατεύει από κάποιες μορφές καρκίνου. Παρότι όντως αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού στις γυναίκες κατά το διάστημα που το λαμβάνουν, λέει ο Χάναφορντ, οι περισσότερες γυναίκες λαμβάνουν αντισυλληπτικά στη δεκαετία των 20 και των 30 χρόνων τους, όταν ο κίνδυνος καρκίνου είναι ακόμη μικρός – έτσι οι πιθανότητές τους για εμφάνιση της νόσου είναι ελάχιστες.

Την ίδια στιγμή υπάρχουν άλλες προστατευτικές δράσεις που είναι πιο μακροπρόθεσμες στις γυναίκες που λαμβάνουν ή έχουν λάβει κάποια στιγμή στη ζωή τους αντισυλληπτικά. «Οι γυναίκες αυτές αντιμετωπίζουν μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου, των ωοθηκών και του παχέος εντέρου και αυτή η επίδραση φαίνεται ότι διατηρείται επί πολλά έτη μετά τη διακοπή λήψης – ως τις μεγαλύτερες ηλικίες στις οποίες αυτοί οι καρκίνοι γίνονται πιο συχνοί» σημειώνει ο Χάναφορντ. Αν βάλουμε τα πράγματα σε μια ζυγαριά, προσθέτει ο ειδικός, τα οφέλη είναι μεγαλύτερα από τα όποια μειονεκτήματα του χαπιού, ωστόσο οι γυναίκες πρέπει να κάνουν τις επιλογές τους έχοντας στον νου τους την αντισύλληψη και όχι τα πιθανά μακροπρόθεσμα οφέλη για την υγεία.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που καθίσταται πλέον σαφές είναι ότι δεν αντιδρούν όλες οι γυναίκες στα διαφορετικά διαθέσιμα αντισυλληπτικά με τον ίδιο τρόπο. «Το χάπι σίγουρα δεν είναι κατάλληλο για κάθε γυναίκα» αναφέρει ο Ροντ Μπάμπερ από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ ο οποίος μελετά την ασφάλεια των αντισυλληπτικών.

Ενα από τα πιο δύσκολα πεδία για να εξαχθεί κάποιο οριστικό συμπέρασμα είναι η επίδραση των αντισυλληπτικών στη διάθεση. Πολλές γυναίκες που λαμβάνουν το χάπι ανεκδοτολογικά αναφέρουν μεταβολές της διάθεσής τους ή κακή διάθεση, ωστόσο τα μέχρι στιγμής στοιχεία είναι το λιγότερο ασαφή. Μια πρόσφατη ανάλυση έδειξε μάλιστα ότι οι γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά έχουν λιγότερες πιθανότητες κατάθλιψης σε σύγκριση με όσες δεν λαμβάνουν.

Η Ελεν Γουίμπ, ιατρική διευθύντρια της Κλινικής Willow Women’s στο Βανκούβερ του Καναδά, αναφέρει ότι ποσοστό της τάξεως του 30% των γυναικών που χρησιμοποιούν ορμονικά αντισυλληπτικά θα εμφανίσει συναισθηματικές ή σεξουαλικές παρενέργειες. Ωστόσο είναι δύσκολο να συγκρίνει κάποιος γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά με εκείνες που δεν λαμβάνουν, επειδή οποιαδήποτε γυναίκα παρουσιάσει προβλήματα μπορεί απλώς να σταματήσει τη λήψη του χαπιού χωρίς να το αναφέρει στον γιατρό της, εξηγεί η δρ Γουίμπ.

Συμπληρώνει ότι συχνά οι μελέτες σχετικά με τα αντισυλληπτικά χρηματοδοτούνται από τους ίδιους τους παρασκευαστές τους. Στις μελέτες αυτές διερευνάται το ενδεχόμενο εμφάνισης συμπτωμάτων ψυχικής νόσου, όπως οι αυτοκτονικές σκέψεις, με αποτέλεσμα οι πιο «λεπτές» αλλαγές της διάθεσης να μην καταγράφονται και να περνούν απαρατήρητες.

Είναι επίσης εύκολο να καταλήξει κάποιος στο συμπέρασμα ότι οι μεταβολές της διάθεσης οφείλονται σε θέματα σχέσεων ή σε άλλα καθημερινά ζητήματα που αντιμετωπίζει ο καθένας. «Γυναίκες μού αναφέρουν κάποιες φορές ότι λαμβάνουν αντισυλληπτικό επί χρόνια, από τότε που ήταν έφηβες, και κάποια στιγμή για κάποιον λόγο σταματούν τη λήψη του και ανακαλύπτουν ότι είναι διαφορετικοί άνθρωποι. Μόνο τότε συνειδητοποιούν ότι επί έτη εμφάνιζαν συναισθηματικές παρενέργειες από τη λήψη του χαπιού» καταλήγει η δρ Γουίμπ.

Ασπιρίνη

Τα αντιπηκτικά οφέλη της ασπιρίνης υπερτερούν των όποιων κινδύνων, και ιδιαιτέρως εκείνου της γαστρορραγίας; Απαντήσεις στο κείμενο

Είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κάποιος τη συνεχή εναλλαγή των οδηγιών σχετικά με τη λήψη ασπιρίνης. Γνωστή για τις αντιπηκτικές ιδιότητές της, η ασπιρίνη συνήθως χορηγείται σε χαμηλές δόσεις σε άτομα που έχουν υποστεί έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο προκειμένου να τα προστατεύσει από ένα νέο επεισόδιο.

Αυτή η δράση του φαρμάκου έχει οδηγήσει κάποιους στο να υποστηρίξουν πως μπορεί να έχει προληπτική δράση και για τα άτομα που δεν έχουν ιστορικό καρδιοπαθειών. Μόνο στις ΗΠΑ εκτιμάται ότι 40 εκατομμύρια ενήλικοι λαμβάνουν ασπιρίνη σε καθημερινή βάση.

Ωστόσο πέρυσι η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) εξέδωσε προειδοποίηση ενάντια σε αυτή την πρακτική, αναφέροντας ότι δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να δικαιολογούν τη λήψη ασπιρίνης από υγιή άτομα (ακόμη και από άτομα με οικογενειακό ιστορικό καρδιοπαθειών) ως προληπτικό μέτρο ενάντια στις καρδιοπάθειες.

Η κύρια ανησυχία αφορά έναν μικρό αλλά αδιαμφισβήτητο κίνδυνο γαστρορραγίας και αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου εξαιτίας της λήψης του φαρμάκου.

Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιανουάριο έδειξε ότι σε σύνολο 68.000 ατόμων στις ΗΠΑ που ελάμβαναν ασπιρίνη στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας πρόληψης – γεγονός που σημαίνει ότι είχαν ιστορικό καρδιοπάθειας – ένας στους 10 συμμετέχοντες ελάμβανε το φάρμακο χωρίς να πρέπει, αφού οι πιθανότητες που αντιμετώπιζε για εγκεφαλικό ή καρδιακό επεισόδιο δεν ήταν τόσο υψηλές ώστε να δικαιολογούν τους όποιους κινδύνους.

Τώρα το ταπεινό παυσίπονο έλκει την προσοχή για έναν διαφορετικό λόγο – την αξιοσημείωτη, όπως φαίνεται, επίδρασή του στην πρόληψη του καρκίνου. Πέρυσι ανασκόπηση των υπαρχόντων στοιχείων που διεξήχθη υπό τον Τζακ Κιούζικ από το Πανεπιστήμιο Κουίν Μέρι του Λονδίνου έδειξε ότι περισσότεροι από 130.000 θάνατοι από καρκίνο θα προλαμβάνονταν μόνο στη Βρετανία αν όλα τα άτομα ηλικίας 50-64 ετών ελάμβαναν χαμηλή δόση ασπιρίνης κάθε ημέρα. Ο Κιούζικ ανακάλυψε ότι η λήψη ασπιρίνης οδηγούσε σε μείωση κατά 30% της συχνότητας εμφάνισης αλλά και της θνησιμότητας από καρκίνο του εντέρου, του στομάχου και του οισοφάγου, με μικρότερη θετική επίδραση ενάντια στους καρκίνους του προστάτη, του μαστού και του πνεύμονα. Απαιτούνταν πέντε χρόνια για να εμφανιστούν τα οφέλη, τα οποία όμως διαρκούσαν και μετά τη διακοπή λήψης του φαρμάκου.


«Το δεύτερο πιο σημαντικό πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος για να προλάβει τον καρκίνο, εκτός από το να μην καπνίζει, είναι το να λαμβάνει μικρή δόση ασπιρίνης ημερησίως»
λέει ο Κιούζικ. Αναμένει ότι το NICE, το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Κλινικής Αριστείας της Βρετανίας, θα προχωρήσει σε ανασκόπηση των στοιχείων σχετικά με την ασπιρίνη και θα αρχίσει να συστήνει τη λήψη της από όλα τα άτομα άνω των 50 ετών μέσα σε δύο έτη.

Η ευεργετική δράση ενάντια στον καρκίνο φαίνεται ότι οφείλεται στις αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες του φαρμάκου. Η φλεγμονή αποτελεί τμήμα της φυσικής αντίδρασης του οργανισμού ενάντια στους εισβολείς, ωστόσο τα καρκινικά κύτταρα κάνουν «αεροπειρατεία» σε αυτόν τον μηχανισμό και τον χρησιμοποιούν προκειμένου να διαιρούνται και να εξαπλώνονται.

Η ασπιρίνη μπορεί επίσης να δράσει εναντίον του καρκίνου επειδή μειώνει τον αριθμό των αιμοπεταλίων στο αίμα – τα αιμοπετάλια δημιουργούν «ασπίδα» για τα καρκινικά κύτταρα στην κυκλοφορία του αίματος ώστε τα δεύτερα να μη γίνονται αντιληπτά από το ανοσοποιητικό σύστημα.

Υστερα από όλα αυτά πώς υπολογίζουμε τα οφέλη και τους κινδύνους από τη λήψη ασπιρίνης; «Εκτιμούμε ότι καταγράφεται μια σοβαρή περίπτωση γαστρορραγίας για κάθε 300 ανθρώπους που λαμβάνουν ασπιρίνη επί 10 χρόνια» σημειώνει ο Κιούζικ και προσθέτει:«Την ίδια στιγμή όμως η ασπιρίνη μειώνει κατά οκτώ τους θανάτους για καθέναν που μπορεί να προκαλέσει. Ετσι μιλούμε για ισχυρή θετική επίδραση».

Ο ειδικός ανακάλυψε ότι προκειμένου να υπάρχει όφελος για την υγεία οι ενήλικοι χρειάζεται να λαμβάνουν χαμηλή δόση ασπιρίνης καθημερινά επί πέντε έτη – ίσως και επί 10 – στις ηλικίες 50-65 ετών. Ωστόσο μετά την ηλικία των 70 ο κίνδυνος παρενεργειών αυξάνεται, οπότε ύστερα από αυτό το «κομβικό σημείο» η ασπιρίνη είναι πιθανότερο να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό.

Ο Πίτερ Ελγουντ από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ αναφέρει ότι έχουν αναφερθεί πολλά υπερβολικά γύρω από τους κινδύνους γαστρορραγίας εξαιτίας της λήψης ασπιρίνης. Η δική του έρευνα μαρτυρεί ότι ο κίνδυνος είναι πράγματι μεγαλύτερος όταν οι ασθενείς ξεκινούν τη λήψη του φαρμάκου χωρίς να έχουν εξεταστεί καταλλήλως για παράγοντες κινδύνου όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση ή το ιστορικό έλκους του στομάχου. Ετσι, κατά τον ειδικό, οποιοσδήποτε σκέφτεται να ξεκινήσει τη λήψη ασπιρίνης σε τακτική βάση πρέπει να συμβουλευθεί προηγουμένως τον γιατρό του. Με δεδομένο μάλιστα ότι το έλκος του στομάχου προκαλείται συχνά από το κοινό βακτήριο Helicobacter pylori, η εκρίζωση του βακτηρίου πριν από την έναρξη λήψης ασπιρίνης μπορεί να προστατεύσει από τις παρενέργειες του φαρμάκου.

 

Και τα υπόλοιπα…


Στις ΗΠΑ αντικαταθλιπτικά χορηγούνται ακόμη και σε μικρά παιδιά για την αντιμετώπιση της νυχτερινής ενούρησης. Μήπως η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο;

ΑΝΤΙΘΡΟΜΒΩΤΙΚΑ

Εντεκα εκατομμύρια συνταγές βαρφαρίνης γράφτηκαν στην Αγγλία το 2013. Το συγκεκριμένο φάρμακο είναι αντιθρομβωτικό και συστήνεται σε ασθενείς που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο σχηματισμού επικίνδυνων θρόμβων, όπως είναι όσοι πάσχουν από κολπική μαρμαρυγή, εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση ή έχουν υποστεί πνευμονική εμβολή και έμφραγμα. Υπάρχει ένας μικρός κίνδυνος εσωτερικής αιμορραγίας καθώς και αυξημένης αιμορραγίας σε περίπτωση εξωτερικών τραυμάτων ενώ στις παρενέργειες του φαρμάκου περιλαμβάνονται η ναυτία και η διάρροια. Τα άτομα που λαμβάνουν βαρφαρίνη πρέπει να ελέγχουν συχνά τη δόση του φαρμάκου που παίρνουν – συνήθως μία ή δύο φορές την εβδομάδα. Προσφάτως εμφανίστηκαν εναλλακτικές θεραπείες σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα την κολπική μαρμαρυγή που δεν απαιτούν συνεχή έλεγχο της δόσης. Ωστόσο αυτές είναι ακριβές και δεν έχουν αποδείξει τη μακροπρόθεσμη ασφάλειά τους. Τα αιμορραγικά επεισόδια που προκαλούνται από τη βαρφαρίνη μπορούν να σταματήσουν με λήψη βιταμίνης Κ. Για τα νεότερα αντιθρομβωτικά δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή αντίδοτο.

ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΑCE

Χορηγούνται συνήθως σε άτομα με υψηλή αρτηριακή πίεση. Ο λόγος για τους αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (αναστολείς ACE) οι οποίοι βοηθούν στην πρόληψη των εγκεφαλικών και καρδιακών επεισοδίων καθώς και της νεφρικής ανεπάρκειας. Πολλά άτομα με ήπια υπέρταση λαμβάνουν επίσης τη συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων – στις ΗΠΑ το ποσοστό φθάνει ως και το 50% αυτών των ασθενών. Οι γιατροί εμφανίζονται πάντως διχασμένοι. Ορισμένοι πιστεύουν ότι όσο πιο χαμηλή είναι η αρτηριακή πίεση τόσο το καλύτερο, ωστόσο μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι έδειξε ότι η ήπια υπέρταση δεν έχει σημαντική επίδραση στη νοσηρότητα και στη θνησιμότητα. Στις ΗΠΑ δαπανώνται 32 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για τη θεραπεία της υψηλής αρτηριακής πίεσης. Οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν ότι τα άτομα με οριακά υψηλή αρτηριακή πίεση πρέπει να κάνουν αλλαγές στον τρόπο ζωής τους προτού ξεκινήσουν τη λήψη φαρμάκων.

ΑΝΤΙΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΑ

Πρόκειται για μια μεγάλη… επιχείρηση: είναι αξιοσημείωτο ότι το 10% των Αμερικανών ηλικίας 12 ετών και άνω λαμβάνει αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι η κατάθλιψη έχει πάρει την ανιούσα – τα συγκεκριμένα φάρμακα χορηγούνται και για άλλα προβλήματα που σχετίζονται με την ψυχική υγεία, όπως το άγχος, οι διατροφικές διαταραχές και η διαταραχή μετατραυματικού στρες. Συγχρόνως ένας σημαντικός αριθμός συνταγών για λήψη αντικαταθλιπτικών αφορά πλέον σωματικά προβλήματα όπως η ημικρανία, η αρθρίτιδα ακόμη και το… βρέξιμο του κρεβατιού από τα παιδιά τη νύχτα. Οι παρενέργειες ποικίλλουν: από προβλήματα στον ύπνο ως στυτική δυσλειτουργία. Παράλληλα η μακροχρόνια χρήση αντικαταθλιπτικών έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2.

Πηγή : tovima.gr

Related Posts with Thumbnails