Oι διαλύτες στην Χημική Βιομηχανία – Μέτρα για την ασφάλεια και την προστασία της υγείας των εργαζομένων

                 Σε μεγάλο αριθμό κλάδων της παραγωγής αλλά και των υπηρεσιών, χρησιμοποιούνται σήμερα σημαντικές ποσότητες διαλυτών, δηλαδή υγρών χημικών ενώσεων ή μιγμάτων αυτών, που επιτυγχάνουν τη διάλυση ουσιών αδιάλυτων στο νερό. Οι χημικές βιομηχανίες φαρμάκων, χρωμάτων, υλικών, βερνικιών, μελανιών, κόλλας και πολυμερών, καθώς και εργαστήρια βυρσοδεψίας, ξυλουργίας και υφαντουργίας, τα μηχανουργεία, τα καθαριστήρια, τα νοσοκομεία και πλήθος άλλων δραστηριοτήτων χρησιμοποιούν διαλύτες. Επιπλέον, σε όλα τα νοικοκυριά, υπάρχουν προϊόντα που περιέχουν χημικούς διαλύτες (π.χ. σπρέι, αντιδιαβρωτικά, καθαριστικά κλπ.). Κάθε διαλύτης διαθέτει ιδιότητες που εξαρτώνται από τη χημική φύση των ουσιών που τον αποτελούν. Κατά κανόνα οι διαλύτες προκαλούν προβλήματα υγείας (τοξικότητα) και ασφάλειας (εύφλεκτοι, εκρηκτικοί κ.α). Μερικές βασικές γνώσεις βοηθούν σημαντικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών.

       Η είσοδος των χημικών ενώσεων στον ανθρώπινο οργανισμό πραγματοποιείται κυρίως διαμέσου της εισπνοής, του δέρματος και της κατάποσης. Η δραστικότητα ενός διαλύτη είναι συνάρτηση της χημικής δομής και σύστασης του. Στο πλαίσιο της βιομηχανίας, οι διαλύτες που χρησιμοποιούνται κατά κανόνα είναι οργανικοί διαλύτες. Τα μόρια των οργανικών διαλυτών αυτών χαρακτηρίζονται ως λιπόφιλα μόρια, ιδιότητα που τους επιτρέπει να αλληλεπιδρούν με τους διαφόρους ιστούς του οργανισμού, επάγοντας με αυτό τον τρόπο την βλαπτική τους δράση.

Οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την ευρεία χρήση διαλυτών και καθορίζουν τους τρόπους αποφυγής ατυχημάτων είναι:

α) Κίνδυνοι από ανάφλεξη και έκρηξη. Οι πλειοψηφία των διαλυτών είναι κατά κανόνα πτητικοί και εύφλευκτοι. Αρκετοί διαλύτες σχηματίζουν εκρηκτικά μίγματα με τον αέρα, ακόμα και σε κανονική θερμοκρασία δωματίου. Σημαντικός κίνδυνος υπάρχει όταν η θερμοκρασία του δωματίου είναι μεγαλύ-τερη από το σημείο ανάφλεξης του διαλύτη. Το σημείο ανάφλεξης (flash point, fp) είναι η κατώτατη θερμοκρασία στην οποία μπορεί να παραχθεί ικανή ποσότητα ευφλέκτων ατμών που να αναφλέγεται με την εφαρμογή μιας μικρής φλόγας.

β) Κίνδυνοι για την υγεία. Οι διαλύτες εμφανίζουν ναρκωτικές ιδιότητες λόγω του γεγονότος ότι μπορούν να αλληλεπιδρούν με υποδοχείς νευρικών κυττάρων. Η πλήρης ανάνηψη είναι συνήθως δυνατή. Η τοξικότητα των διαλυτών μπορεί να επιφέρει μόνιμες βλάβες σε διάφορα όργανα και ιστούς του οργανισμού (αιμοποιητικό, νευρικό, αναπνευστικό σύστημα, ήπαρ κ.α.)  ή ακόμα να οδηγήσει και στο θάνατο. Κύριοι παράμετροι που καθορίζουν την επίδραση της τοξικότητας των διαλυτών είναι διάρκεια της έκθεσης και τη συγκέντρωση του διαλύτη. Κάποια από τα πρώτα συμπτώματα από την επίδραση της έκθεσης σε οργανικούς διαλύτες είναι ο ερεθισμός του δέρματος και των βλεννογόνων, με τη δημιουργία ξηρής, εύθραυστης και ευαίσθητης επιδερμίδας.

         Δεδομένου ότι η δραστικότητα μιας ουσίας εξαρτάται από τη χημική της δομή, στην συνέχεια παρουσιάζονται, σε γενικές γραμμές, οι κίνδυνοι για την ασφάλεια και την υγεία ανά κατηγορία διαλυτών.

Υδρογονάνθρακες: Είναι εύφλεκτοι με χαμηλά σημεία ανάφλεξης. Οι αλειφατικοί, όπως ο πετρελαϊκός αιθέρας, το εξάνιο, το επτάνιο κ.α. παρουσιάζουν ναρκωτική δράση αλλά χαμηλή τοξικότητα. Οι αρωματικοί διαλύτες (π.χ. το βενζόλιο, το τολουόλιο, το ξυλόλιο, το στυρόλιο κλπ.) παρουσιάζουν ισχυρή ναρκωτική δράση και πολύ υψηλή τοξικότητα (απώλεια μυικού συντονισμού, απώλεια συνείδησης, υψηλότατη τοξική δράση στο αίμα και τον μυελό των οστών).

Αλογονωμένοι υδρογονάνθρακες: Οι αλειφατικοί (π.χ. το χλωροφόρμιο, ο τετραχλωράνθρακας, το τριχλωροαιθυλένιο, το τετραχλωροαιθυλένιο, το μεθυλενοχλωρίδιο, το 1,1,1-τριχλωροαιθάνιο κλπ.) δεν είναι εύφλεκτοι. Μερικοί απ’ αυτούς είναι ιδιαίτερα τοξικοί ενώ όλοι παρουσιάζουν ναρκωτική δράση. Η πυρόλυσή τους μπορεί να δημιουργήσει το τοξικό αέριο φωσγένιο (ισχυρό δηλητήριο). Οι αρωματικοί (π.χ. το χλωροβενζόλιο) είναι εύφλεκτοι, εμφανίζουν ισχυρή ναρκωτική δράση και χαρακτηρίζονται ως καρκινογόνοι.

Αλδεΰδες: (π.χ. η φορμαλδεΰδη κ.α) Είναι πτητικές και εύφλεκτες. Προκαλούν ερεθισμός στο δέρμα, τα μάτια και το αναπνευστικό σύστημα.

Αλκοόλες: Οι αλκοόλες (π.χ. μεθανόλη, αιθανόλη, n-προπανόλη,  ισοπροπανόλη, n-βουτανόλη κ.α.) εμφανίζουν σημεία ανάφλεξης κοντά στη θερμοκρασία δωματίου, με τους ατμούς τους να εμφανίζουν μέτρια ναρκωτική δράση.

Αιθέρες: Ο πιο συνήθως χρησιμοποιούμενος αιθερικός διαλύτης είναι ο διαιθυλαιθέρα. Κατά γενικό κανόνα, οι αιθέρες είναι εξαιρετικά εύφλεκτοι (πολύ χαμηλά σημεία ανάφλεξης) με ισχυρές ναρκωτικές ιδιότητες.

Παράγωγα της γλυκόλης: Τα παράγωγα γλυκολών όπως η μεθυλογλυκόλη, η οξική μεθυλογλυκόλη, η αιθυλογλυκόλη, η οξική αιθυλογλυκόλη κ.α., εμφανίζουν κυριώς ισχυρή τοξική δράση στο νευρικό σύστημα και το αιμοποιητικό.

Εστέρες: Οι ατμοί των εστέρων (π.χ. ο οξικός αιθυλεστέρας, ο οξικός βουτυλεστέρας κλπ.) μπορεί να είναι ερεθιστικοί των ματιών, του δέρματος ή του αναπνευστικού. Είναι εύφλεκτοι (σημεία ανάφλεξης κοντά στη θερμοκρασία δωματίου).

Κετόνες Οι διάφορες κετόνες όπως η ακετόνη, η κυκλοεξανόνη, η μεθυλισοβουτυλοκετόνη [ΜΙΒΚ], χαρακτηρίζονται εύφλεκτες. Η τοξικότητά τους από την έκθεση είναι σε χαμηλά επίπεδα.

Διάφοροι άλλοι διαλύτες: Οι νιτροπαραφίνες είναι εύφλεκτες, παρουσιάζουν ναρκωτική δράση και είναι ερεθιστικές του ήπατος και των νεφρών. Ο διθειάνθρακας (CS2) είναι εξαιρετικά εύφλεκτος. Είναι ιδιαίτερα τοξικός, δρα κυρίως επί του κεντρικού και του περιφερειακού νευρικού συστήματος και είναι δυνατό να προκαλέσει παράνοια και θάνατο.

Οι βασικές ιδιότητες των επικινδύνων διαλυτών (και γενικότερα των επικινδύνων χημικών ουσιών και παρασκευασμάτων) επισημαίνονται βάσει των κανόνων που προβλέπονται από τις ευρωπαϊκές Οδηγίες 67/548/ΕΟΚ (Π.Δ. 329/1983, ΦΕΚ 118Α και 140Β/1983) και 88/379/ΕΟΚ για την ταξινόμηση, τη συσκευασία και την επισήμανση των επικινδύνων ουσιών και των παρασκευασμάτων. Οι οδηγίες αυτές καθιερώνουν ειδική σήμανση για κάθε κατηγορία χημικών ουσιών π.χ. για τις εύφλεκτες, τις τοξικές, τις ερεθιστικές, τις διαβρωτικές κλπ ουσίες. Τα σήματα ασφάλειας παίζουν σπουδαίο ρόλο για την επίτευξη αυτού του στόχου αφού με την κατάλληλη χρήση τους προσελκύουν την προσοχή των εργαζομένων προειδοποιώντας τους έτσι για τους ελλοχεύοντες κινδύνους ή υπενθυμίζοντας τους συγκεκριμένες οδηγίες. Η σήμανση ασφαλείας γίνεται με τυποποιημένα σήματα και χρώματα ασφαλείας ως εξής: κόκκινο χρώμα για απαγορευτικά σήματα (κίνδυνο, συναγερμό και εξοπλισμό καταπολέμησης πυρκαγιάς),
 κίτρινο χρώμα για προειδοποιητικά σήματα,
μπλε χρώμα για σήματα υποχρέωσης,
- πράσινο χρώμα για σήματα διάσωσης ή βοηθεία.

Εκτός των σημάτων, ιδιαίτερα χρήσιμες είναι και οι λεγόμενες φράσεις κινδύνου (φράσεις R) και οι φράσεις για προφύλαξη (φράσεις S) που προσφέρουν συγκεκριμμένες πληροφορίες τόσο για τους κινδύνους όσο και για τα κατάλληλα μέτρα προστασίας. Όλες οι σχετικές πληροφορίες πρέπει να βρίσκονται πάντοτε στην ετικέτα της συσκευασίας.

(1.    http://www.onsafelines.com/new-international-coshh-symbols.html

(2.    http://www.hse.gov.uk/chip/phrases.htm)

Μια από τις αρχικές προσπάθειες που για την μείωση των παραπάνω κινδύνων είναι η αντικατάσταστη των διαλύτών με λιγότερο επικίνδυνο διαλύτη. Επιπλεόν, ορισμένες βιομηχανίες προσπαθούν να αντικαταστήσουν τους βλαπτικούς διαλύτες με άλλους λιγότερο βλαπτικούς, εφόσον είναι εφικτή ανάλογη ποιότητα εργασιών. Σήμερα υπάρχουν π.χ. υδατοδιαλυτά χρώματα τοίχων. Η προστασία από ανάφλεξη/έκρηξη μπορεί να επιτευχθεί με την δημιουργία ενός ιδιαίτερου χώρου αποθήκευσης των ευφλέκτων και των επικινδύνων διαλυτών, σημασμένος με τις κατάλληλες πινακίδες, εφοδιασμένος με ειδικά συστήματα πυρασφάλειας και μεταφοράς των διαλυτών. Οι βιομηχανίες που διαθέτουν εγκαταστάσεις οι οποίες περιέχουν μεγάλες ποσότητες διαλυτών και υπάγονται στην Οδηγία Seveso, θα πρέπει να λαμβάνουν τα μέτρα που προβλέπονται από την οδηγία αυτή. Στη βιομηχανία, όπου υπάρχουν δεξαμενές διαλυτών θα πρέπει να υπάρχουν στο έδαφος κατάλληλες κλίσεις για την απομάκρυνση των διαλυτών. Έντονος τοπικός εξαερισμός (ρυθμός εξαερισμού τουλάχιστον 5πλάσιος από τον ελάχιστο απαιτούμενο για τη μη ανάφλεξη).

Σημαντικός είναι ο αποκλεισμός κάθε πιθανής πηγής ανάφλεξης. Επιτακτική θεωρείται η χρησιμοποίηση ειδικών δοχείων αποθήκευσης αεροστεγώς κλεισμένων και με κατάλληλο σύστημα τροφοδοσίας διαλύτη. Μικρότερες ποσότητες διαλυτών να τοποθετούνται σε ειδικούς θαλάμους ασφαλείας. Είναι πολύ σημαντικό πριν τις εργασίες συγκόλλησης ή κοπής θα πρέπει ένα δοχείο διαλύτη να εκκενώνεται και να απομακρύνονται ακόμη και ίχνη υγρού ή ατμών.

Για θέματα που αφορούν την προστασία της υγείας, οι διεργασίες που συμπεριλαμβάνουν διαλύτες πρέπει να επιτελούνται σε κλειστά δοχεία και κυκλώματα, εάν είναι δυνατόν υπό αρνητική πίεση.   Σε περιπτώσεις που αυτό δεν είναι εφικτό, απαιτείται κατάλληλος εξαερισμός του χώρου. Τέλος, θα πρέπει να παρακολουθείται η συγκέντρωσης των ατμών στον αέρα με φορητά όργανα.

Ο ιατρικός περιοδικός έλεγχος των εργαζομένων που εκτίθονται σε διαλύτες είναι πολυ σημαντικός, με την παρακολούθηση βιολογικών παραμέτρων (μεταβολιτών των διαλυτών σε βιολογικά υγρά π.χ. στο αίμα ή τα ούρα). Τέλος είναι πολύ σημαντικό να λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης τόσο του αναπνευστικού συστήματος (μάσκες αερίων, γραμμές τροφοδοσίας αέρα, φιάλες κλπ.), όσο και του δέρματος (προστατευτικά γάντια).

Πρωτόκολλα ιατρικής παρακολούθησης εργαζομένων

Related Posts with Thumbnails